Μέχρι να υπογραφεί η Ειρήνη του Καλλία το 449 π.Χ., Έλληνες και Πέρσες πολεμούσαν επί μισό σχεδόν αιώνα.
Οι Περσικοί Πόλεμοι, τα λεγόμενα «Μηδικά», σφράγισαν την Ελληνική ιστορία στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ. και ήταν αποφασιστικής σημασίας για την πορεία του ελληνισμού και την ίδια την επιβίωσή του.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Κύρος Β’ κατέκτησε την Ιωνία, γεγονός που προκάλεσε την Ιωνική Επανάσταση και έπεισε τον Δαρείο να τιμωρήσει την Αθήνα για τη συνδρομή της στις ιωνικές πόλεις. Μαρδόνιος, Δάτης και Αρταφέρνης προσπάθησαν να κατακτήσουν ελληνικές πόλεις-κράτη, υπέστησαν ωστόσο συντριπτικές ήττες, με τελευταία και καλύτερη την ήττα των Περσών στον Μαραθώνα.
Όταν το τιμόνι της Περσικής Αυτοκρατορίας ανέλαβε ο Ξέρξης, μετά τον θάνατο του Δαρείου, αυτό θα σηματοδοτούσε τη δεύτερη και μαζικότερη κάθοδο των Περσών στον ελλαδικό χώρο. Ο νέος βασιλιάς ήθελε να κατακτήσει τώρα όλη την Ελλάδα και το έβαλε σκοπό ζωής εκεί στο 480 π.Χ.
Παρά τις παρθενικές στρατιωτικές του επιτυχίες σε Θερμοπύλες και Αρτεμίσιο, οι Έλληνες αναδιπλώθηκαν και κατάφεραν μια νέα σειρά ηχηρών πληγμάτων στον εχθρό, τόσο στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας όσο και στις Πλαταιές και τη Μυκάλη τελικά. Η αποφασιστική μάχη ήταν ωστόσο αυτή που δόθηκε στην πεδιάδα των Πλαταιών κατά τον Αύγουστο του 479 π.Χ., όταν η περσική απειλή αποδυναμώθηκε τόσο που έπαψε ουσιαστικά να είναι απειλή.
Και οι Έλληνες πέρασαν πράγματι στην αντεπίθεση! Επιτέθηκαν στη Μικρά Ασία και φρόντισαν να ιδρύσουν τη Συμμαχία της Δήλου το 478 π.Χ., την πολιτική και στρατιωτική ένωση 150 περίπου ελληνικών πόλεων-κρατών με ρητό στόχο να «εκδικηθούν τα δεινά που υπέφεραν λεηλατώντας την επικράτεια του (Πέρση) βασιλέως», όπως μας παραδίδει ο Θουκυδίδης.
Η Δηλιακή Συμμαχία συνέχισε πράγματι τον πόλεμο με τους Πέρσες για τρεις δεκαετίες ακόμα και τους έπληξε παντού, από τη Θράκη και την Αίγυπτο ως τη Μικρά Ασία και την Κύπρο. Η ελληνική προέλαση ήταν τόσο σφοδρή που έπεισε την Περσία των Αχαιμενιδών να συνάψει σύμφωνο ειρήνης με τους Έλληνες, δίνοντας τέλος σε μια μακρά πολεμική περίοδο που θα μπορούσε να είχε αλλάξει την ελληνική ιστορία.
Όλα κρίθηκαν εξάλλου στις λεπτομέρειες, αλλά και το ελληνικό δαιμόνιο αναμφίβολα, και η Μάχη των Πλαταιών είναι εδώ ενδεικτική για το πώς κινήθηκαν και αναχαίτισαν τελικά τη λυσσαλέα περσική εισβολή…
Το προοίμιο της μάχης
Μετά την καταστροφική για τους Πέρσες Ναυμαχία της Σαλαμίνας τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ., ο Ξέρξης αναγκάστηκε να υποχωρήσει ταπεινωμένος στη Μικρά Ασία με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του, αφήνοντας τον Μαρδόνιο με τις επίλεκτες δυνάμεις των 300.000 αντρών που διάλεξε προσωπικά για τη συνέχιση της εκστρατείας.
Αφού ξεχειμώνιασε στη Θεσσαλία και τη Βοιωτία, την άνοιξη του 479 π.X. ήταν έτοιμος να επιτεθεί εκ νέου κατά της κατεστραμμένης Αθήνας. Και οι περιστάσεις ήταν ευνοϊκές για τον πέρση εισβολέα, καθώς οι σχέσεις μεταξύ των Ελλήνων μόνο καλές δεν ήταν. Οι πόλεις-κράτη της Πελοποννήσου αρνήθηκαν να στείλουν στρατό να βοηθήσει την Αθήνα και οι Αθηναίοι απέσυραν τελικά τον στόλο τους από την πανελλήνια ναυτική δύναμη.
Την ίδια ώρα, ο Μαρδόνιος ξαπέστειλε τον υποτελή του Αλέξανδρο Α’ της Μακεδονίας (τον αποκαλούμενο «Φιλέλληνα») για να πείσει την Αθήνα να προδώσει το κοινό των Ελλήνων, τάζοντάς της ηγετική θέση στη νέα κατάσταση που απεργάζονταν οι Πέρσες για τα ελληνικά πράγματα. Συμμάχους ήθελε τους Αθηναίους και τους υποσχέθηκε όχι μόνο την πλήρη ανοικοδόμηση της πόλης τους, αλλά να τους κάνει και ηγεμόνες όλης της Ελλάδας.
Μετά τη μάχη στις Θερμοπύλες και τη Ναυμαχία του Αρτεμισίου εξάλλου, ο περσικός στρατός είχε λεηλατήσει την έρημη Αθήνα, που απώλεσε το γόητρό της. Σμπαραλιασμένη και ερειπωμένη μεν, δεν είχε πει ωστόσο την τελευταία της λέξη. Οι Αθηναίοι ανέθεσαν στον Αριστείδη να δώσει την πρέπουσα απάντηση στους Πέρσες, στον αντιπρόσωπό τους δηλαδή, τον μακεδόνα βασιλιά. Και όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος, του είπαν: «Όσο ο ήλιος εξακολουθεί τον δρόμο του, οι Αθηναίοι δεν πρόκειται να γίνουν σύμμαχοι των Περσών. Κι επειδή έχουν τις ελπίδες στους θεούς, που τα ιερά και τα αγάλματά τους εμόλυναν και κατέστρεψαν οι Πέρσες, θα εξακολουθήσουν να πολεμούν για την ελευθερία τους».
Ο Αριστείδης είχε όμως και ένα μήνυμα για τους Σπαρτιάτες, που βλέποντας τον Αλέξανδρο Α’ στην Αθήνα έστειλαν τη δική τους αντιπροσωπεία μην τυχόν και δελεαστούν οι Αθηναίοι και συμμαχήσουν με τους Πέρσες. «Ούτε τόσο χρυσάφι υπάρχει στη γη, ούτε χώρες τόσο πλούσιες, για να δεχθούμε να προδώσουμε την πατρίδα μας και να γίνουμε φίλοι των Περσών. Βιαστείτε μόνο να στείλετε βοήθεια, γιατί ο Μαρδόνιος γρήγορα θα έλθει εναντίον μας», τους είπαν οι Αθηναίοι.
Το αυθάδες «όχι» της Αθήνας προκάλεσε τη μήνη του Μαρδόνιου, που εισέβαλε για άλλη μια φορά στην Αττική, την κατέστρεψε εκ νέου, λεηλατώντας ό,τι δεν είχε λεηλατήσει λίγο πρωτύτερα δηλαδή, και στρατοπέδευσε τελικά στη Βοιωτία. Ήταν σαφές πως αυτή η μάχη με τον περσικό στρατό θα έκρινε τη μοίρα του ελληνισμού, που είχε βρεθεί σε εξόχως δεινή θέση…
Η Μάχη των Πλαταιών που απομάκρυνε τον περσικό κίνδυνο
Παρά το γεγονός ότι οι Αθηναίοι κάλεσαν τους Σπαρτιάτες σε άμεση βοήθεια, εκείνοι γιόρταζαν τα Υακίνθια και η απάντησή τους δεν ερχόταν. Ο Μαρδόνιος είχε στρατοπεδεύσει με τους 300.000 του στη Βοιωτία (και άλλους 50.000 έλληνες συμμάχους αναφέρει ο Ηρόδοτος), στα σύνορα των Πλαταιών, για να εκμεταλλευτεί τις πεδιάδες και να μπορεί να κινηθεί το πανίσχυρο ιππικό του, συνθέτοντας μια ιδιαιτέρως δυσχερή κατάσταση για τον ελληνισμό. Όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, όποιος έπαιρνε τη νίκη, έπαιρνε ουσιαστικά και τον πόλεμο.
Οι Σπαρτιάτες πείστηκαν τελικά να στείλουν στρατό, μια είδηση που προκάλεσε ευχάριστη έκπληξη στην Αθήνα, και το ευτύχημα για την ιστορία μας ήταν πως οι Λακεδαίμονες είχαν αρχηγό τον εκλεκτό Παυσανία.
Όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, το κοινό των Ελλήνων κατάφερε να μαζέψει 38.700 οπλίτες και άλλους 69.500 βοηθητικούς και ελαφρά οπλισμένους. Επικεφαλής τέθηκε ο Παυσανίας, αν και αρχηγός των Αθηναίων παρέμενε ο Αριστείδης (κάτι που μας λέει ο Ηρόδοτος πως προκαλούσε προβλήματα στις διαταγές και τον συντονισμό) και ήταν πράγματι η πολυπληθέστερη ελληνική στρατιά που συγκροτήθηκε ποτέ, αν και έπασχε σε ένα ιδιαιτέρως τρωτό σημείο: δεν είχαν άλογα.
Ο Μαρδόνιος κινήθηκε προς τις Πλαταιές με σκοπό να βγάλει τους Έλληνες στο ανοιχτό πεδίο και να εκμεταλλευτεί το ιππικό του. Ο Παυσανίας δεν τσίμπησε και παρέμεινε στα υψώματα, αποκρούοντας τελικά την επίθεση του περσικού ιππικού. Το οποίο παρά τις αρχικές του επιτυχίες, έχασε τον Μασίστιο και αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει.
Η δεύτερη φάση της περίφημης μάχης δεν θα ερχόταν παρά οχτώ μέρες αργότερα, όταν κατέφτασαν ελληνικές ενισχύσεις (Θεσπιείς). Ο Μαρδόνιος επιδόθηκε σε δολιοφθορά, ανακόπτοντας τις γραμμές ανεφοδιασμού του ελληνικού στρατού, ο οποίος παρατάχθηκε στις Πλαταιές με αρκετά παρατράγουδα ασυνεννοησίας, έχοντας αποσυρθεί μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.
Η επεισοδιακή υποχώρηση των Ελλήνων έπεισε τον Μαρδόνιο πως οι περιστάσεις ήταν κατάλληλες για επίθεση. Τα βέλη των Περσών έπλητταν τμήματα του ελληνικού στρατού, οι Σπαρτιάτες ήταν καθηλωμένοι από το εχθρικό ιππικό και οι Αθηναίοι δεν είχαν προσέλθει ακόμα στη μάχη. Και μέσα σε όλα, ο Παυσανίας δεν διέταζε αντεπίθεση καθώς οι οιωνοί ήταν κακοί!
Όταν βελτιώθηκαν κάπως οι βουλές των θεών, όταν επιτέθηκαν οι Τεγεάτες αψηφώντας τον αρχιστράτηγο κοντολογίς, ο Παυσανίας αναγκάστηκε να ξεκινήσει τις εχθροπραξίες. Η μάχη ήταν λυσσαλέα, καθώς και οι δύο πλευρές ήταν εκεί για τη νίκη. Παρά τις υπέρτερες περσικές δυνάμεις, οι Έλληνες συνέχιζαν να σπάνε τις γραμμές της άμυνάς τους. Και τότε συνέβη αυτό που θα έγερνε την πλάστιγγα: ο Σπαρτιάτης Αείμνηστος κατάφερε να σκοτώσει τον Μαρδόνιο, τον οποίο προστάτευαν οι χίλιοι επίλεκτοι της προσωπικής του φρουράς!
Στο πανδαιμόνιο που επικράτησε, οι Έλληνες κατέσφαξαν τους Πέρσες, από τους οποίους σώθηκαν κοντά 43.000 άντρες, οι 40.000 εκ των οποίων ήταν οι δυνάμεις του Αρτάβαζου που δεν είχαν κατέβει στη μάχη. Στην άλλη άκρη του πεδίου, οι Αθηναίοι υποχρέωναν τους Θηβαίους -σύμμαχοι των Περσών- σε πανωλεθρία, αναγκάζοντάς τους σε άτακτη υποχώρηση.
Οι Πέρσες έχασαν 257.000 άντρες και οι Έλληνες 1.360, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος. Ο Κτησίας εκτιμά πάντως τις περσικές δυνάμεις στους 120.000 άντρες (και 7.000 έλληνες σύμμαχοι). Οι σημερινοί ιστορικοί πιστεύουν πως ο περσικός στρατός αποτελούνταν από 80.000 άντρες. Ο Διόδωρος στέλνει τις ελληνικές απώλειες στις 10.000.
Την ίδια μέρα, ο ελληνικός στόλος επιτέθηκε στον περσικό στα ανοιχτά της Μυκάλης, μετρώντας έναν ακόμα εμφατικό θρίαμβο που απομάκρυνε μια και καλή την ασύμμετρη περσική απειλή. Η δεύτερη μηδική εισβολή στον ελλαδικό χώρο ήταν παρελθόν. Τώρα ήταν σειρά των Ελλήνων να περάσουν στην αντεπίθεση, εγκαινιάζοντας μια νέα σειρά αντιπαραθέσεων για τα επόμενα τριάντα χρόνια.
Παρά τη λαμπρή νίκη των Ελλήνων, ένα μικρό και ταπεινό περιστατικό από τη Μάχη των Πλαταιών έμελλε να ζήσει τη δική του ζωή, μιας και αποκαλύπτει ποιοι πραγματικά ήταν οι αρχαίοι πρόγονοί μας. Όπως ξέρουμε, ο Ξέρξης έσπευσε να αποκεφαλίσει το πτώμα του Λεωνίδα της Σπάρτης μετά τη μάχη των Θερμοπυλών. Όταν λοιπόν είδε τον Μαρδόνιο να πέφτει νεκρός στο πεδίο της μάχης, ο Αιγινήτης Λάμπωνας πρότεινε στον Παυσανία να εκδικηθεί για τον αποκεφαλισμό του σπαρτιάτη βασιλιά παίρνοντας λάφυρο το κεφάλι του Πέρση.
Τι του απάντησε ο Παυσανίας, κατσαδιάζοντάς τον; «Λάμπωνα, αυτές τις πράξεις τις κάνουν οι βάρβαροι, όχι οι Έλληνες»…