“Μυστήρια” ονομάζονταν στην αρχαιότητα οι ιερατικές εκείνες σχολές που λειτουργούσαν σε κλειστούς χώρους, και ισχυρίζονταν ότι κατείχαν γνώσεις από υπέρτερες του ανθρώπου συνειδήσεις. Οι περισσότεροι -αν όχι- όλοι οι Φιλόσοφοι ήταν μυημένοι στα Αρχαία Μυστήρια.
“H ψυχή – λέει ο Πλάτωνας στον Θεαίτητο, αν δεν έχει γνωρίσει την αλήθεια δεν μπορεί να αποκτήσει τη μορφή του ανθρώπου. Πρόκειται για μία ανάμνηση όσων η ψυχή μας γνώριζε παλαιότερα, όταν ταξίδευε με την θεότητα, περιφρονώντας εκείνα που θεωρούμε ότι υπάρχουν και ατενίζοντας αυτό που πραγματικά είναι. Για αυτό μόνον ο νους ή πνεύμα του φιλοσόφου είναι εξοπλισμένος με φτερά. Αυτός όσο μπορεί καλύτερα διατηρεί στον νου του αυτές τις αναμνήσεις, η ενατένιση των οποίων καθιστά θεία ακόμη και την ίδια την θεότητα. Χρησιμοποιώντας διαρκώς τον εαυτό του στα μυστήρια, ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά τέλειος- ένας μυημένος στη θεία σοφία.”
Ο Πίνδαρος αναφέρει: “Ευτυχής είναι εκείνος που είδε τα Ελευσίνια μυστήρια, γιατί γνωρίζει το τέλος της ζωής του και τις αρχές που δόθηκαν στον άνθρωπο από τον Θεό”, ενώ ο Αριστείδης για την μύηση του είπε: “Νόμισα ότι ήρθα σε επαφή με τον Θεό, και τον ένοιωσα να πλησιάζει εγγύτερα, και ήμουν τότε ανάμεσα σε εγρήγορση και ύπνο. Το πνεύμα μου ήταν ανάλαφρο, ώστε κανείς που δεν έχει μυηθεί δεν μπορεί να μιλήσει για αυτό ή να το κατανοήσει”.
Στον ηπειρωτικό Ελληνικό χώρο ο Ορφέας ή Άρφας που σημαίνει εκείνος που θεραπεύει με το φως, θεωρείται ότι εισήγαγε για πρώτη φορά τα Μυστήρια στην Ελλάδα. Τα κυριότερα μυστήρια στην αρχαία Ελλάδα ήταν τα Κρητικά, τα Καβείρια, τα Διονυσιακά-Ορφικά, και τα Ελευσίνια. Γενικά θεμελιώδης διδασκαλία των Καβείριων μυστηρίων ήταν “η γέννηση του ανθρώπου”, ενώ των Ελευσίνιων η συμβολική παράσταση της ψυχής, της καθόδου της στην ύλη, μετά την ανάληψη της και την επιστροφή της στην αιώνια ζωή. Η θέληση δηλαδή της ψυχής να γνωρίσει, την οδηγεί στον Άδη. Είναι η ίδια θέληση για γνώση που οδήγησε τους πρωτόπλαστους έξω από τον παράδεισο.
Και τέλος των Διονυσιακών μυστηρίων της αναγέννησης του ανθρώπου που συμβολιζόταν από τον θάνατο του Διονύσου και την δεύτερη γέννηση του από τον Δία.. Στον αρχαίο κόσμο η θεολογία λειτουργούσε σε δύο επίπεδα. Σε πρώτο επίπεδο στη μεγάλη μάζα του πληθυσμού διάμεσο των μύθων, οι οποίοι είχαν σκοπό την διαπαιδαγώγηση του λαού μέσω των εξυμνήσεων των θεών και των ηρώων.
Οι ίδιοι αυτοί μύθοι σε ένα δεύτερο ανώτερο πνευματικά στάδιο, έκρυβαν μεγάλες αλήθειες τόσο για τον άνθρωπο όσο και για τον κόσμο. Σύμφωνα με τον πρωτοπόρο Ελβετό ψυχολόγο Κάρλ Γιούνγκ, τα σύμβολα που χρησιμοποιούνται στους μύθους είναι πανάρχαια και γεννήθηκαν σε εποχές που ο άνθρωπος δεν είχε αναπτύξει την λογική. Δεν κατασκευάζονταν αλλά παρά γίνονταν αυτόματα από την ίδια την ψυχή.
Είναι προϊόν ανάμνησης της μακραίωνης εξέλιξης, μία αναπαράσταση του παγκόσμιου αρχέτυπου. Οι μύθοι αποκαλύπτονταν δια μέσου της μύησης που χρησιμοποιούσε σύμβολα και εικόνες, έτσι ώστε οι μυημένοι ήταν ικανοί να γνωρίσουν τα μυστικά του κόσμου. Αρχετυπικά σύμβολα και εικόνες των οποίων η καθορισμένη διάταξη επενεργούσε στο ασυνείδητο, έλκοντας την αποθηκευμένη γνώση που υπάρχει στον άνθρωπο. Ο μύθος σε αντίθεση με το παρά-μυθι, κρύβει μέσα του μία δομημένη συγκαλυμμένη ιστορική αλήθεια.
Oι αρχαίοι Έλληνες για παράδειγμα, θεωρούσαν τον κόκκινο πλανήτη Άρη σαν θεό του πολέμου, και υπογράμμιζαν ότι δύο άτια έσερναν το άρμα του στους Ουρανούς, δίνοντας τους το όνομα “φόβος” και “Δείμος”, μέχρι που το 1877 ξανακάλυψε ο Άσαφ Χώλλ τους δορυφόρους του Άρη. Ο μύθος επίσης λέει ότι ο Ουρανός έτρωγε τα παιδιά του, και πράγματι όταν ανακαλύφθηκαν τα τηλεσκόπια, παρατηρήσαμε ότι πράγματι κατάπινε τους δορυφόρους του, οι οποίοι γίνονταν ξανά ορατοί μόλις εμφανίζονταν ξανά από την άλλη μεριά κατά την περιφορά του πλανήτη.
Ένας θεολόγος και φιλόσοφος είπε σχετικά, με τις αλληγορίες και τα συγκεκαλυμμένα μηνύματα που κρύβουν τα αρχαία κείμενα.
“Δεν πρέπει κανείς να ακούει ούτε να παίρνει κατά γράμμα ότι είναι γραμμένο στα βιβλία της δημιουργίας, ούτε να έχει ιδέες σαν κι αυτές που έχει το κοινό, αλλιώς οι αρχαίοι σοφοί μας δεν θα μας συμβούλευαν με τόση φροντίδα να κρύβουμε το νόημα τους και να μην σηκώνουμε καθόλου το αλληγορικό πέπλο που κρύβει τις αλήθειες που περιέχει. Όταν αυτό το έργο το παίρνεις κατά γράμμα σου δίνει τις πιο παράλογες και εκτός πραγματικότητας ιδέες για την θεότητα. Οποιοσδήποτε όμως ήθελε να μαντέψει την αληθινή έννοια, πρέπει να αποφύγει πολύ να την κοινολογήσει. Είναι ένα απόφθεγμα που μας το επαναλαμβάνουν όλοι οι σοφοί μας, προ παντός για τις βαθιές έννοιες που περιέχει το έργο των έξι ημερών. Είναι δυνατόν είτε μόνος του είτε με την βοήθεια των φώτων ενός άλλου κάποιος να φτάσει μέχρι να μαντέψει το νόημα. Τότε πρέπει να σιωπά ή και αν μιλήσει να μιλάει καλυμμένα, όπως κάνω εγώ, αφήνοντας τα υπόλοιπα να τα μαντέψουν σε εκείνους που μπορούν να με ακούσουν.”
Στην μυητική διαδικασία των μυστήριων χρησιμοποιούσαν ένα είδους θείου δράματος , πλούσιο από εικόνες της θεότητας διάμεσο του οποίου ερχόταν ο άνθρωπος σε επαφή με την θεία του αρχή. Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η δημιουργία του θεάτρου οφείλεται στις μυστηριακές τελετές. Μέσα από τις θεατρικές παραστάσεις προσπαθούσαν να διεγείρουν συγκεκριμένα συναισθήματα από τους συμμετέχοντες θεατές. Με τις μυστηριακές τελετές οι άνθρωποι αποκτούσαν ένα μέσο για να περάσουν σε ένα ανώτερο επίπεδο αντίληψης. Ανυψώνονται από επίπεδο σε επίπεδο και επικοινωνούσαν με τον θείο σπινθήρα που έκρυβαν και κρύβουν μέσα τους. Αυτό που οι πρόγονοι μας αποκαλούσαν “δαιμόνιο”.Αυτή η διαδικασία ήταν η μύηση. Η διεύρυνση δηλαδή της συνείδησης, και η προσέγγιση των θειικών όψεων που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος.
Τα μυστήρια είχαν πάντοτε ως σκοπό να αποκαλύψουν την τέλεια διδασκαλεία υπό τριπλή αντίληψη, δηλαδή των αισθήσεων, της ψυχής και του πνεύματος. Δηλαδή σκοπό να λάμψει το Αόρατο πίσω από το ορατό, και η αλήθεια πίσω από το σύμβολο. Μέσα από τις περιπέτειες των ηρώων και την ιδέα της αναζήτησης καλύπτεται μία παγκοσμιότητα, είτε σαν τον μύθο του Αγίου δισκοπότηρου και των Ιπποτών του βασιλιά Αρθούρου, είτε σαν Οδύσσεια ή Αργοναυτική εκστρατεία. Η μάνα Γη για παράδειγμα αποτέλεσε για όλους τους αρχαίους λαούς το Σύμβολο της ύλης, της μήτρας του ανθρώπου.
Μέσα από το πέρασμα των αιώνων το σύμβολο αυτό εξυψώθηκε, απέκτησε διαφορετική διάσταση και σήμερα είναι η μητέρα του Χριστού , του Βούδα, του Κρίσνα, κλπ. Σε όλες τις αρχαίες κοσμογονίες η μητέρα Γη γονιμοποιείται από τον Ουρανό-Πατέρα για να δώσει ζωή. Το θεϊκό ζευγάρι για τους Έλληνες ήταν ο Ουρανός και η Γαία, για τους Αιγυπτίους Σέμπ και Νούτ, για τους Ιάπωνες Ιζανάμι και Ιζανάγκι, τα ονόματα απλώς αλλάζουν.
Παραβολές κατά αντιστοιχία με τον συμβολισμό των μύθων, χρησιμοποιούσε κατά κόρον και ο Ιησούς. Όταν οι μαθητές του τον ρώτησαν γιατί τις χρησιμοποιεί απάντησε:
“Γιατί σε εσάς έχει αποκαλυφθεί το βασίλειο των ουρανών, ενώ σε αυτούς ακόμα όχι, γιατί ενώ έχουν μάτια δεν βλέπουν, και ενώ έχουν αφτιά δεν ακούν..”
Κάτι παρόμοιο δηλαδή πού είχε πει και ο Ηράκλειτος “οι οφθαλμοί και τα αφτιά είναι κακοί σύμβουλοι για βάρβαρες ψυχές”, δηλαδή τις ψυχές που δεν καταλαβαίνουν την γλώσσα του Νου.
TΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΚΡΗΤΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Οι πρώτες θρησκευτικές εκδηλώσεις του ανθρώπου, συνδέονται άμεσα με τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει στη σκληρή του προσπάθεια να επιζήσει.
Οι καιρικές συνθήκες, οι εποχές του χρόνου, τα φυσικά φαινόμενα, τρομάζουν τον άνθρωπο και νιώθει αδύναμος, έτσι η μόνη διέξοδος που βρίσκει είναι η λατρεία της φύσης που την ταυτίζει με τη Μητέρα – Γη. Η προσωποποίηση του κύκλου των εποχών και της αναγέννησης της φύσης παριστάνεται με τη μορφή νεαρού βρέφους ή νεαρού θεού που γεννιέται, πεθαίνει και ανασταίνεται κάθε χρόνο. Μία εικόνα της μητέρας φύσης που κρατά ένα νεογνό στην αγκαλιά της, οποία επαναλαμβάνεται συνεχώς σε όλες τις παγκόσμιες αρχαίες θρησκείες.
Ο θάνατος της Ηλιακής θεότητας στην μεσογειακή λεκάνη, συμβολίζει το χειμώνα ενώ η ανάσταση συμβολίζει την Άνοιξη-ζωή., είτε μέσω του μύθου του Διονύσου, είτε μέσω του Αιγυπτίου Θεού Όσιρη, που λατρεύτηκε σε ολόκληρη την Αίγυπτο. Ο Αιγύπτιος θεός Όσιρις ανήκει σύμφωνα με τον εσωτερισμό στους θεούς τους Γης, και σχετίζεται κυρίως με τον Διόνυσο και τον Άδη. Οι κύριες αρχές της λατρείας του Όσιρη, ήταν η πίστη στο θάνατο, στην ανάσταση, και στον απόλυτο έλεγχο των μοιρών των σωμάτων και των ψυχών των ανθρώπων.
Χαρακτηριστικό σημείο επίσης είναι ο χαρακτηρισμός του Όσιρη ως ποιμένα .Η ράβδος απεικονίστηκε στα χέρια του Όσιρη από την Αιγυπτιακή τέχνη. Στη λογοτεχνία τα επίθετα του sa και Asar-sa σημαίνουν “ποιμένας” και “Όσιρις ο ποιμένας”. Η ονομασία ποιμένας αποτελεί τον κατάλληλο τίτλο για ένα πολυαγαπημένο πνευματικό ηγέτη του οποίου η πίστη της ανάστασης υποσχόταν ζωή μετά θάνατο για την ψυχή.
Στον Ελλαδικό χώρο ο πρώτος πολιτισμικά αλλά και θρησκευτικά ανεπτυγμένος πολιτισμός είναι αυτός της μινωικής Κρήτης. (3000 π.x-1500 π.x). Εδώ έχουμε μυθολογικά την γέννηση του Δία αλλά και άλλων Ελληνικών Θεών, και την τέλεση των πρώτων μυστηριακών τελετών, που καθώς φαίνεται επηρέασαν καταλυτικά τα μετέπειτα Ελληνικά μυστήρια. Χαρακτηριστικό της σημασίας των Μινωικών μυστηρίων είναι ότι ο Πυθαγόρας επισκέφτηκε την Κρήτη για να μυηθεί στα εκεί μυστήρια. Βάση της μινωικής θρησκείας, όπως και όλων των πρωτόγονων θρησκειών είναι “ο κύκλος της βλάστησης”.
Όπως είδαμε παραπάνω το δέος του ανθρώπου και η προσπάθεια του να κατανοήσει και να ευδαιμονήσει τις διαρκώς μεταβαλλόμενες φυσικές δυνάμεις, ήταν φυσικό να οδηγήσει στη θεοποίηση των φυσικών δυνάμεων και στη λατρεία τους. Έτσι και στην μινωική Κρήτη μεγάλη θεότητα είναι η ίδια η φύση, η Μεγάλη Μητέρα, ως “Ορεία Μήτηρ” και “Πότνια θηρών”, άλλοτε ως “Θεά των Όφεων” ή του ιερού δέντρου, των πουλιών ή των λουλουδιών. Άλλοτε πάλι παρουσιάζεται ως πολεμική θεότητα με ασπίδα και ξίφος και άλλοτε ως θαλάσσια θεότητα που ταξιδεύει μέσα σε ιερό πλοίο. Οι κάτοικοι της Κρήτης ήταν οι πρώτοι στον Ελλαδικό χώρο που απέδωσαν στο θείο σεβασμό μέσω των μυστηρίων , στα οποία μέσω της χρήσης συμβόλων άνδρες και γυναίκες, τελούσαν στα ιερά τους μέρη τις ιερουργίες και τις μυήσεις τους.
Οι μειούμενοι στα Κρητικά Μυστήρια διδάσκονταν την Ιατρική, και τη μουσική τέχνη. Αρχικά λάτρευαν την Μεγάλη Μητέρα, τη Ρέα – Γη ή Μα, γιατί αυτή συμβόλιζε την παραγωγική ανανεωτική φροντίδα της Μητέρας Φύσης. Οι θρησκευτικές τελετές ήταν απόδοση σεβασμού σ’ αυτήν και εκδήλωση της παρακλήσεως για τη βοήθειά της. Και σ’ αυτές πρωτεύουσα θέση είχαν οι Ιέρειές της σαν ομόφυλες της Μεγάλης θεάς. Αργότερα πήραν μέρος στις τελετές κα άνδρες, όταν ο βασιλιάς ήταν πλέον και Αρχιερέας και η λατρεία της “γονιμοποιητικής” δυνάμεως της Φύσεως στη μορφή του νεαρού γιου της Μεγάλης Μητέρας, του Κρηταγενή Δία και του Ποσειδώνα στη λατρεία του Ταύρου, κυριάρχησαν στην κρητική θρησκεία.
Η Ρέα, η Μεγάλη πανάρχαια Θεά, η θυγατέρα του Ουρανού και της Γης, η σύζυγός του Κρόνου και η μητέρα του Κρηταγενή Δία, λατρευόταν κάτω από το ιερό Δέντρο της στις υψηλές κορυφές των βουνών και των λόφων, καθώς και στα Ιερά Σπήλαια. Το Ιερό Δέντρο και το Ιερό Σπήλαιο ήταν σύμβολα της μητρότητας και της ζωής, δύο σημαντικά σύμβολα που επίσης συναντούνται σε όλες σχεδόν τις αρχαίες θρησκείες. Μπροστά από το Ιερό δέντρο γινόταν οι προσφορές και οι χοροί. Το δέντρο ως σύμβολο συμβόλιζε τη μητέρα που προσφέρει τον καρπό της ζωής.
Όπως πάντα οι τελετές άρχιζαν με την κάθαρση, που ήταν συνήθως πλύση των χεριών με αγιασμένο νερό, γιατί οι πιστοί έπρεπε να περάσουν καθαροί προς τον τόπο κατοικίας της θεότητας. Ακολουθούσαν οι προσφορές και οι αναίμακτες θυσίες, καθώς και χοροί με τους οποίους οι χορευτές και οι χορεύτριες έρχονταν σε έκσταση για διευκόλυνση της επικοινωνίας με τη θεότητα. Από τις γιορτές αυτές σημαντικότερη ήταν Τα Ταυροκαθάψια. Παιγνίδια και αγώνες με ταύρους που γίνονταν την εποχή που ξαναγεννιέται η φύση και ο άνθρωπος, την άνοιξη.
Ο ταύρος συλλαμβανόταν ζωντανός, χωρίς να πληγωθεί. Τα Μυστήρια στην αρχαία Κρήτη ήταν διαχωρισμένα σε δυο μεγάλες λατρευτικές κατηγορίες : στα της Μεγάλης Μητέρας Ρέας – Γης και στα Μυστήρια του Κρηταγενή Ιδαίου Δία.
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΘΕΑΣ ΡΕΑΣ – ΓΗΣ
Στα μυστήρια αυτά έπαιρναν μέρος οι Κουρήτες, ιερείς που διακρίνονταν για τη σοφία τους. Τα μυστήρια αυτά είχαν κάποια ομοιότητα με τα Ελευσίνια μυστήρια. Τον μειούμενο τον οδηγούσαν μέσα σ’ ένα σπήλαιο όπου έμενε έγκλειστος για διάστημα 27 συνολικά μέρες.
Αφιερωμένα στην παραγωγική δύναμη της φύσης, στην ανανεωτική δηλαδή φροντίδα της με την χαρακτηριστική ιδιότητά της τη ζωή, είχαν σ’ αυτά καθώς είναι επόμενο, οι γυναίκες αρχικά την προτεραιότητα στις μυήσεις και στις τελετές. Τα Μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας ήταν διαχωρισμένα σε Μεγάλα και Μικρά. Στα Μικρά έπρεπε να προπαρασκευαστούν οι νέες γυναίκες για να καταστούν καθαρές και αγνές σωματικά και ψυχικά και να προχωρήσουν κατόπιν στα Μεγάλα Μυστήρια.
Στα Μικρά Μυστήρια διδάσκονταν οι παραδόσεις γύρω από τους Θεούς και τους ήρωες και η ερμηνεία των συμβολισμών της κυριαρχίας της Μεγάλης Μητέρας, η σχετική πάντοτε με τις φυσικές δυνάμεις και ιδιότητές της, στη γη, στη θάλασσα, στον αέρα και στη φωτιά, που ήταν συμβολικά ο όφις, ο ιχθύς, η περιστερά και ο λέων. Εδώ επίσης γινόταν και η μύηση της κατασκευής του συμβολικού μίτου της Αριάδνης, που σήμαινε το υφάδι της ζωής ή και την παρθενική ζώνη.
Στα Μεγάλα Μυστήρια λειτουργούσαν βαθμοί μυστικών τελετουργιών προς τη θεά των όφεων, η οποία συμβόλιζε τη Μεγάλη Μητέρα Θεά.
Προκαταρτικοί της τελικής μυστηριακής ιερουργίας ήταν οι ιεροί χοροί. Αλλά εκτός από αυτούς γινόταν ακόμη συμβολικές λιτανείες ιερειών και ιερέων, μυστικές συνεστιάσεις, λατρευτικές προσφορές και θυσίες μέσα σε σπονδικές φιάλες και ρυτά, που προσφέρονταν στο Ιερό Δέντρο και στη Στήλη του Διπλού Πέλεκυ.
Ο Διπλός Πέλεκυς βρισκόταν πάντοτε στο κέντρο του ιερού, και στην Αίθουσα του Θρόνου, για να φανερώνει την ιερότητα και το “άβατο” του μέρους αυτού. Ο διπλός πέλεκυς συμβόλιζε την δημιουργική ένωση των δυο δυνάμεων της Φύσεως, της παραγωγικής και της γονιμοποιού.
Σε έναν ανώτερο πνευματικό βαθμό οι μύστες της Κρητομινωικής θρησκείας, , γνώριζαν ότι τίποτα δε μπορεί να κατορθωθεί για την πνευματική αναγέννηση και την πνευματική απελευθέρωση των ανθρώπων, χωρίς τη διπλή ιερή ένωση, με τις ενωμένες δυνάμεις της στον καρπό τους, στον θεό δηλαδή του πνευματικού φωτός, που προσφέρεται σαν Θεία Δωρεά για έναν τέτοιο σκοπό.
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΡΗΤΑΓΕΝΗ ΙΔΑΙΟΥ ΔΙΑ
Το Ιερό Δέντρο και το Ιερό Σπήλαιο το διαδέχεται στις ιερουργίες, η λατρεία του Ιερού Λαβύρινθου με τον μέσα σ’ αυτόν Μινώταυρο. Εδώ τώρα δίνεται έμφαση στην γονιμοποιό αρσενική ενέργεια , με την παρουσία του Μινώταυρου , χωρίς να παραμερίζει, την απαραίτητη άλλωστε αναπαραγωγική δύναμή , που συμβολίζεται από την Ιερή Μητέρα.
Στα μυστήρια του Κρηταγενή Ιδαίου Δία , λειτουργούσαν σε πρώτη τάξη τα Μυστήρια των ιδαίων Δακτύλων ή τα Κορυβαντικά. Τα Κορυβαντικά χαρακτήριζαν οι εξωτερικές τους τελετές στις οποίες έπαιρναν μέρος όλοι οι μυημένοι των πρώτων βαθμών, που παρασκευάζονταν για τις ανώτερες μυήσεις.
Και αυτό γιατί λειτουργούσε και άλλη τάξη των ίδιων Μυστηρίων του Ιδαίου Δία, Τα Λαβυρινθικά ή του Ιερού Διπλού Πέλεκυ. Στην τάξη αυτή, στις ιεροπραξίες της πρωτοστατούσαν οι άνδρες ιερείς του Θεού Δία, όπως στα Μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας Ρέας – Γης, πρωτοστατούσαν οι ιέρειές της, αν και όπως προαναφέρθηκε και στις δυο περιπτώσεις έπαιρναν μέρος γυναίκες και άνδρες. Σύμφωνα με τις μινωικές παραδόσεις, οι Ιδαίοι Δάκτυλοι, οι Κορύβαντες και οι Κουρήτες, ήταν οι συνοδοί της Ρέας στο νησί της Κρήτης και οι προστάτες του νεαρού κούρου της Δία, γιατί αυτοί τον ανέθρεψαν και τον προστάτεψαν από νεογέννητο ακόμη.
ΤΑ ΚΟΡΥΒΑΝΤΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Στα Κορυβαντικά Μυστήρια γίνονταν η μύηση σε κάποιο ανώτερο βαθμό με το λεγόμενο “Κορυβαντισμό”, κάθαρση δηλαδή και αγιασμό με κορυβαντικές ιερουργίες και τελετές που κατά κάποιον τρόπο γιάτρευαν τους μειούμενους από του παλιού εαυτού τους τα πάθη. Εδώ διαδραματίζονταν μέρος τα Ταυροκαθάψια, και η πυρρίχη, ο ένοπλος ενθουσιαστικός χορός, που έφερνε τους χορευτές σε ενθουσιαστική έκσταση, τους έκανε δηλαδή σαν “μαινόμενους.
Ο στόχος των επιτυχία, τέλος της μυητικής κορυβαντικής ιερουργίας και τελετής των Κορυβαντικών Μυστηρίων , ήταν να αξιωθούν οι μυηθέντες να γίνουν “Κουρήτες”, δηλαδή οι νεοφώτιστοι να γίνουν φωτισμένοι μύστες του Ιδαίου Δία. Να γίνουν κατά συνέπεια άξιοι για την εισδοχή τους σε ανώτερο βαθμό, στο βαθμό των “Βάκχων – Ιερέων”, που τους έδινε το δικαίωμα έπειτα της εισόδου στην τάξη των Λαβυρινθικών Μυστηρίων. Αυτό όμως για να γίνει έπρεπε ύστερα από τον ιερό χορό και την αναγνώριση της αξιοσύνης τους μετά την ολοκλήρωση της μυητικής τελετής, να ακολουθήσει η θεία Μετάληψη “της σάρκας και του αίματος” του Διόνυσου Ζαγρέα. Την ανακήρυξη των μεμυημένων στα Κορυβαντικά ως ιερέων – βάκχων, ακολουθούσε η τελετή της Θρονώσεως ή του Θρονισμού,.
Τα Κορυβαντικά είχαν το σκοπό της προπαρασκευής των νεαρών μυημένων για την ανώτερη τάξη, με την επαφή τους με τις θεϊκές δυνάμεις και της προσφοράς σ’ αυτούς της θείας Δωρεάς με τη μετάληψη του πνευματικού φωτός και την καθιέρωσή τους στο βαθμό των ιερέων του θεού Δία.
ΤΑ ΛΑΒΥΡΙΝΘΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Παρόμοια με τα δρώμενα των Κορυβαντικών Μυστηρίων, ήταν τα Λαβυρινθικά.
Σ’ αυτά οι μυήσεις ήταν προορισμένες για τους λίγους δοκιμασμένους, εκείνους που είχαν περάσει από την τελευταία μύηση των Κορυβαντικών, εκείνους δηλαδή που είχαν γίνει βάκχοι – ιερείς και είχαν υποστεί τη λεγόμενη Θρόνωση ή Θρονισμό. Στις ιεροπραξίες τους λάβαιναν μέρος μόνο ιερείς του Θεού Δία και της Μεγάλης Μητέρας Ρέας – Γης. Οι ιεροπραξίες που γίνονταν σ’ αυτά είχαν τον ίδιο σκοπό και την ίδια Τεχνική με τις ιεροπραξίες της εσωτερικής λατρείας της Μεγάλης Μητέρας. Εδώ πρωταγωνιστές ήταν οι άντρες σαν αντιπρόσωποι του ηλιακού στοιχείου της γονιμότητας, που συμβολιζόταν με τον Ηλιακό Ταύρο.
Βαθμοί μυήσεως στα Λαβυρινθικά που θεωρούνται και εσωτερικοί βαθμοί των Κρητικών Μυστηρίων του Ιδαίου Δία, ήταν : ο Λαβυρινθικός Χορός, ο του ιερού Γάμου ή του Ιερού Διπλού Πέλεκυ, και ο Βαθμός των Ιεροφάντων μυσταγωγών. Ο Λαβύρινθος ήταν κυρίως μεγάλο πολύπλοκο υπόγειο σπήλαιο με πολλές και καμπυλωτές διόδους. Οι Λαβύρινθοι είναι οι τόποι χορού που συνδέονται με έναν χορό Λαβυρινθικού Τύπου. Στους χορευτικούς λαβύρινθους ξεχωρίζει πάντα μια γυναικεία μορφή, που πρέπει να κατακτήσει ο Κορυφαίος του χορού. Η κατάκτησή της επομένως είναι ένας ιερός Γάμος, μια ιερή ένωση του νικητή, του Ιερέα με τη Θεά του – βασίλισσα που στην προκειμένη περίπτωση του Κρητομινωικού Λαβύρινθου είναι η Αριάδνη.
Γιατί στην Αριάδνη, στη θυγατέρα του Μίνωα και της Πασιφάης, που ήταν πολύ στενά συνδεδεμένη με το Διόνυσο από την αρχή, για να γίνει σύζυγός του έπειτα, στη μεγάλη τούτη θεά, ανήκαν στα πανάρχαια χρόνια οι Λαβυρινθικοί χοροί της Κρήτης και των άλλων κέντρων της λατρείας της. Έχουμε δηλαδή την τέλεση του Ιερός Γάμου που είναι ο βαθμός εκείνος της μυητικής ιερουργίας των Λαβυρινθικών που προσφέρει στους Μύστες της τη θεία Δωρεά, τις ενωμένες δηλαδή δυνάμεις του ζεύγους των Μεγάλων Θεών, στη μορφή του Διόνυσου Ελευθερέα, που είναι σε ανώτερη μυσταγωγική βαθμίδα η μεταμόρφωση του Ζαγρέα των Κορυβαντικών. Η θεία αυτή Χάρη, η κάθοδος της ενωμένης πνευματικής δύναμης του ζεύγους των Μεγάλων θεών, που προσφέρεται με τη νέα μορφή του Διόνυσου των Λαβυρινθικών, είναι το αίμα και η σάρκα του θυσιαζόμενου Ιερού Ταύρου, του Μινώταυρου, για να αναστηθεί με τη συμπαράσταση της Αριάδνης, στη νέα μορφή του αγωνιστή κορυφαίου.
Για να αναστηθεί δηλαδή στον νέο Ιεροφάντη Μυσταγωγό, στο γήινο αντιπρόσωπο της θεότητας, στον Ιερέα – Βασιλιά, τον ιερό δηλαδή Κρητικό Ταύρο. Σύμβολό του τότε γίνεται ο Χρυσός Διπλός Πέλεκυς – Ιερή ποιμαντορική Ράβδος – λάφυρο της νίκης του, ιερό φυλακτό του, που κέρδισε στη λαβυρινθική δοκιμασία. Στα χρόνια της ακμής του Μινωικού πολιτισμού οι πιστοί παραδέχονταν ότι και άνθρωποι ικανοί και ανώτεροι μπορούσαν να ενσαρκώσουν παροδικά ή να δέχονται τη θεότητα. Κάτι παρόμοιο που κι εμείς σήμερα το λέμε Θεοφάνια, επικοινωνία πνευματική, έμπνευση και θεία χάρη δοσμένη από το Θεό.
Υπήρχαν όμως και οραματικά Θεοφάνια. Ιερείς και Ιέρειες, πέφτοντας σε έκσταση με ένα οργιαστικό χορό, έβλεπαν τη Θεά να κατεβαίνει για μια στιγμή κοντά στο μικρό ιερό ή στο βωμό της. Ο μινωικός πολιτισμός αισθανόταν τη θεότητα σαν κάτι μυστηριακό, φευγαλέο και άπιαστο, που μόνο στιγμιαία παρουσιαζόταν με ανθρώπινη μορφή ή με διάφορες μορφές ιερών ζώων.
Στην Κρήτη ο ταύρος ταυτίζεται με τον ουρανό και τον ήλιο, που γονιμοποιούν τη γη με τη ζέστη και τις βροχές, ενώ το θηλυκό στοιχείο, η θεϊκή αγελάδα, συσχετίζεται με τη Σελήνη, που το σχήμα της θυμίζει τα κέρατα. Έτσι ο γάμος του ταύρου με την αγελάδα είναι μαζί γάμος του ήλιου και του φεγγαριού, των δύο ουράνιων σωμάτων που ρυθμίζουν την ζωή πάνω στον πλανήτη.
Αργότερα τα πρόσωπα του ιερού αυτού γάμου τα υποδύεται ο βασιλιάς και η βασίλισσα της Κνωσού, που το όνομα της Πασιφάης, δηλαδή ολόφωτη, δείχνει ακριβώς τη σχέση της βασίλισσας – Θεάς με τη Σελήνη. Ο γιος της ο Μινώταυρος, άνθρωπος με κεφάλι ταύρου, λέγεται και Αστερίων, γιατί και αυτός όπως και ο πατέρας του, ταυτίζεται με τον έναστρο ουρανό. Αυτός λοιπόν ο Μινώταυρος μυθεύεται ότι φονεύεται από το νικητή της Λαβυρινθικής ιερουργίας. Η θυσία ή ο φόνος του Ταύρου, συμβόλιζε τη σκοπιμότητα της ιεροπραξίας των Λαβυρινθικών για την αναγέννηση από το αίμα του, του νέου Ιεροφάντη μυσταγωγού. Η θυσία του ταύρου όμως και ξεχωριστά η θυσία του Μινώταυρου και το “ταυρείο αίμα” του, που προσφερόταν ως θεία δωρεά στους ιερείς και ιέρειες των Λαβυρινθικών, για να αναστηθεί από τον πιο άξιο ο νέος Ιεροφάντης, είναι κάτι συμβολικό που δύσκολα μπορούσε να ερμηνευθεί από τους αμύητους.
Κεντρικά στοιχεία των μυητικών τελετών είναι ο πλασματικός θάνατος και η πλασματική αναβίωση του μύστη, που πεθαίνει στην παλιά του κατάσταση και ανασταίνεται σε μια υψηλότερη σφαίρα. Ο μυούμενος – η “πεθαίνει” για να “ξαναγεννηθεί”, αποποιείται την άγνοια και ασκείται στη γνώση, στην ουσία “εκπαιδεύεται”. Η προσφορά του Ζαγρέα Διόνυσου στα Κορυβαντικά και η θυσία του Μινώταυρου – Ιερού Ταύρου Διονύσου στα Λαβυρινθικά, ήταν η θεία Δωρεά – κάθοδος της πνευματικής δύναμης, του συμβολικού ταυρείου αίματος, που αφού πέρασε από διάφορα στάδια και στα άλλα ελληνικά Μυστήρια των ιστορικών χρόνων, όπως και στα Μιθραϊκά των Περσών κ.λ.π. πέρασε και στα Χριστιανικά στους μετέπειτα αιώνες. Έγινε δηλαδή το “Αίμα και η Σάρκα του Χριστού”, θεία δωρεά επίσης για την ψυχοπνευματική ανάσταση των ανθρώπων της Χριστιανικής θρησκείας.
Η αντίστοιχη αλληγορία του μυστικού δείπνου και της θείας ευχαριστίας στον Χριστιανισμό, συμβολίζει την μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης σε θεία.
Ο τεμαχιζόμενος άρτος συμβολίζει την θεία ουσία του σύμπαντος, ενώ ο οίνος δηλώνει το πνεύμα που ενώνεται με την ουσία , έτσι ώστε ο άνθρωπος να μετάσχει της Θεότητας.. Το πνεύμα απορροφάται από την ουσία και παράγεται η ύλη, η οποία αποτελεί το φαινομενικό σύμπαν. Η ουσία του παντός βαπτισμένη στο αγνό πυρ, δηλαδή το πνεύμα, και έχοντας το απορροφά γεμίζοντας από αυτό. Κάθε ατομικότητα του πυρός αυτού μετέχει και γονιμοποιείται από αυτό. Από εδώ παράγεται η ψυχή.
ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Η παράδοση ανάγει την ίδρυση των Ελευσίνιων Μυστηρίων στην εποχή του βασιλέως των Αθηνών Πανδίονος, δηλ. στη Μυκηναϊκή Περίοδο, περί το 1350 π.Χ. Είναι ωστόσο σίγουρο -κατόπιν των ανασκαφών στην Κνωσό – ότι και τα Ελευσίνια Μυστήρια ανάγονται στην Μινωική Εποχή. Ο σκοπός των Ελευσίνιων Μυστηρίων δεν ήταν άλλος, παρά να δώσει τη γνώση στον άνθρωπο ότι είναι αθάνατος, όχι βέβαια σαν σώμα αλλά σαν ψυχή. Τα Ελευσίνια μυστήρια διακρίνονταν στα Μικρά και στα Μεγάλα. Τα μικρά τελούνταν στην Άγρα, προάστιο των Αθηνών, κοντά στον Αρδηττό στις όχθες του Ιλισού. Τα μικρά μυστήρια τελούνταν σε τρεις περιόδους:
Α) κατά τον μήνα Ανθεστηρίωνα (Φεβρουάριο-Μάρτιο)
Β) μετά επτά μήνες (Σεπτέμβριο)
Γ) μετά ένα έτος από την πρώτη τέλεση.
Η πρώτη περίοδος είχε ως τόπο τέλεσης την Άγρα, ενώ οι δύο επόμενες την Ελευσίνα. Τα μικρά μυστήρια ήταν προπαρασκευαστικά και καθαρτικά στάδια για την μύηση στα μεγάλα, ή εποπτικά μυστήρια που τελούντα κάθε τέσσερα χρόνια , και είχαν διάρκεια εννέα ημέρες. Οι κυρίως ιεροτελεστίες λάμβαναν μέρος την νύχτα, και οι υποψήφιοι μύστες επαναλάμβαναν την φράση:
“ενήστευσα, έπιον τον κυκεώνα, έλαβον από κιάστης και αφού εγεύθην, ετοποθέτησα πάλιν από τον κάλαθον εις την κύστην”
Οι τελετουργίες της μύησης διακρίνονταν στα δρώμενα, τα δεικνώμενα και τα λεγόμενα. Δρώμενα ήταν χρήση των ιερών αντικειμένων, δεικνυώμενα όλες οι θεώμενες παραστάσεις, και λεγόμενα ήταν οι συμβολικές φράσεις των μυστών.
Ανώτεροι τελετουργοί ήταν:
Ιεροφάντης με την Ιεροφάντιδα, καταγόμενοι από την οικογένεια των Ευμολπιδών
· Ο Ιεροκύρυξ από τι γένος των Κηρύκων
· Ο Επιβώμιος Ιερεύς με την Επιβώμιο Ιέρεια
· Ο Ιακχοφόρος, που έφερνε κατά τις τελετές και τις πομπές το είδωλο του Ιάκχου
· Ο Κουρότροφος, ο οποίος φρόντιζε για την διατήρηση του Ιάκχου
Περιληπτικά και σύμφωνα με τις λίγες σωζόμενες πληροφορίες που έχουμε, διαδραματίζονταν τα εξής :
1η ημέρα (14η Βοηδρομιώνος): Ξεκινούσε από την Ελευσίνα (Πομπείον) η πομπή, με τον Ιεροφάντη και τον Δαδούχο επικεφαλής και δια της Ιεράς Οδού έφτανε στους πρόποδες της Ακρόπολης των Αθηνών στο “εν άστει Ελευσίνιο”, όπου κατάθεταν την Ιερή Κίστη με τα απόρρητα Ιερά Αντικείμενα των Μυστηρίων.
2η ημέρα (15η Βοηδρομιώνος).Το πλήθος των μυστών, οι άρχοντες και οι Θρησκευτικοί λειτουργοί συναθροίζονταν στην Ποικίλη Στοά της Αθηναϊκής Αγοράς, όπου γινόταν η κήρυξη των εορτών. Κατά την δεύτερη ημέρα γινόταν η ανακοίνωση όσων γίνονταν δεκτοί για την μύηση, και η ανακοίνωση όσων αποκλείονταν.
3η ημέρα (16η Βοηδρομιώνος): Οι υποψήφιοι μύστες βαπτίζονταν στα νερά του Φαλήρου. Κατά την τρίτη ημέρα ο Κήρυκας εκφωνούσε το παράγγελμα “άλαδε οι μύστε” προς το οποίο συμμορφούμενοι οι προς την μύηση υποψήφιοι πορεύονταν προς την θάλασσα και καθαρίζονταν. Ο καθένας από αυτούς έσυρε ένα χοίρο, ένα είδος αποδιοπομπαίου τράγου, το οποίο έπαιρνε το βάρος των ανθρώπινων αδυναμιών του ατόμου.
4η ημέρα (17η Βοηδρομιώνος): τελούσαν μεγάλη θυσία στο εν άστει Ελευσίνιο της Ακρόπολης. Κατά την τέταρτη ημέρα υπήρχε πένθος και τηρούσαν νηστεία.
Oι τελετουργίες ήταν πένθιμες σε ανάμνηση των δακρύων της Δήμητρας και της Περσεφόνης.
5η ημέρα (18η Βοηδρομιώνος): τελούσαν μεγάλη θυσία προς τιμήν του Ασκληπιού στο εν άστει Ελευσίνιο (Ασκληπιείο). Την ημέρα αυτή υποδέχονταν οι Αθηναίοι τις εξέχουσες ξένες προσωπικότητες, που έρχονταν για να μυηθούν τα Ελευσίνια Μυστήρια. Την πέμπτη ημέρα τελούσαν θυσίες στη Αθήνα, εκ των οποίων κάποιες προς τιμή του Διονύσου.
6η ημέρα (19η Βοηδρομιώνος). Άρχιζε η μεγάλη πομπή από το εν άστει Ελευσίνιο της Ακρόπολης προς το ιερό της Ελευσίνας. Η πολυπληθής πομπή ακολουθούσε την Ιερά Οδό με επικεφαλής τους αξιωματούχους που μετέφεραν τα Ιερά Αντικείμενα και το ξόανο του Ιάκχου. Πασίγνωστοι είναι επίσης, οι γεφυρισμοί, δηλαδή τα πειράγματα και οι βωμολοχίες, που λάμβαναν χώρα στη γέφυρα του Ελευσινιακού Κηφισσού, από τους κατοίκους της Ελευσίνας προς τους συμμετέχοντες στην πομπή. Η πομπή γινόταν με πυρσούς.
Κατά την πομπή των πυρσών στην Ελευσίνα, οι υποψήφιοι μύστες κρατώντας ο καθένας δάδα αναμμένη, παρηλαύνανε ανά δυάδες. Εισέρχονταν στον ναό της Δήμητρας και υποβάλλονταν κατά αυτό τον τρόπο στον συμβολικό καθαρμό δια του πυρός.
7η, 8η,9η ημέρα Από την έβδομη και μετά ημέρα τελούνταν τα κυρίως μυστήρια , και ήταν η στιγμή που ο κήρυξ φώναζε “εκάς, εκάς οι βέβηλοι”. Οι βέβηλοι και οι μη “καθαροί” έβγαιναν, ενώ οι υποψήφιοι εισέρχονταν στο εσωτερικό του ναού. Οι μύστες νήστευαν, έπιναν τον Κυκεώνα και κλείνονταν στο Τελεστήριο με τον ερχομό της νύχτας, όπου ελάμβαναν χώρα τα “Δρώμενα”, για το οποία γνωρίζουμε λίγα πράγματα.
O Ιεροφάντης έδειχνε στους μύστες τα “Δεικνύμενα” (δηλ. τα ιερά που φυλάσσονταν στην ιερή κίστη, στο άδυτο του Τελεστηρίου), λέγοντας κάτω από μεγάλη φωτιά τα “Λεγόμενα”. Οι μύστες απαντούσαν με το “ύε-κύε” (βρέξε-καρποφόρησε). “Καταρχάς πλενόμαστε με ύδωρ …Αφού οδηγηθούμε από τον Ιεροφάντη ,μας διαβάζει από λίθινο βιβλίο πράγματα τα οποία επί ποινή θανάτου δεν πρέπει να ανακοινώσουμε σε κανένα”(Πορφύριος)..Στα λεγόμενα ανήκει και η μυστηριώδης φράση “Κονξ-ομ-παξ” με την οποία έκλεινε το τι ακριβώς σήμαινε αυτή η φράση έχουν προταθεί πολλές απόψεις. Η πιο πιθανή φαίνεται να είναι αυτή που το ταυτίζει με την Πυθαγόρεια Εντολή: “άκουε, όρα, σίγα”. Κατά το λεξικό LIDDELL SCOTT το ρήμα “κοωέω-ώ” σημαίνει “ακούω/γνωρίζω”, το “όμμα” σημαίνει “οφθαλμός” ενώ το “πάξ” σημαίνει “σιωπή”.
‘Άρα λοιπόν η μυστηριακή φράση “κόνξ-ομ-πάξ” ίσως σημαίνει “άκουε-βλέπε-σώπα”.
Σύμφωνα με τον W. Durant , οδηγούσαν τους μύστες υπό το φως των πυρσών σε σκοτεινά υπόγεια σπήλαια τα οποία συμβόλιζαν τον Άδη και στην συνέχεια τους οδηγούσαν σε ένα φωτεινό δωμάτιο, που αντιπροσώπευε την κατοικία των ευδαιμόνων. Ο Ιεροκήρυκας έλεγε τα εξής λόγια: “ιδού βρίσκεστε στο υποχθόνιο κατώφλι της Περσεφόνης. Για να εννοήσετε την μέλλουσα ζωή και την παρούσα κατάσταση σας, πρέπει να διέλθετε από το κράτος του θανάτου. Αυτή είναι η διαδικασία των μυημένων. Πρέπει να μάθετε να αψηφάτε τα σκότη για αν χαρείτε το φως”(Αυτοκράτορας Ιουλιανός), και ακολουθούσε η Εποπτεία, η πεμπτουσία ουσιαστικά των μυστηρίων, που ήταν η άμεση επικοινωνία με το “Θείο”.
Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι οι μύστες μέσα στο άδυτο του Τελεστηρίου έβλεπαν και βίωναν ένα συγκλονιστικό όραμα μπροστά από μια μεγάλη απόκοσμη φωτιά ή λάμψη! Η εμπειρία αυτή έπειθε τους μύστες περί της Προΰπαρξης και της Αθανασίας της ψυχής, αλλά δυστυχώς, για το πώς επιτυγχάνετο αυτή η διαδικασία, δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτα!
Ας σημειωθεί ότι για να λάβει κανείς την ύψιστη μύηση της Εποπτείας (και να καταστεί Επόπτης) έπρεπε το προηγούμενο χρόνο να είχε μυηθεί στα Μικρά ή εν Άγραις.
Ο Πλούταρχος περιγράφει τη διαδικασία της μύησης μέσα στην νυχτερινή φωτιά ως την εμπειρία της ψυχής, τη στιγμή του θανάτου. Αλλά και ο Πλάτων (Φαίδρος) υπαινίσσεται, ότι στα μυστήρια η ψυχή θυμάται την θεία καταγωγή της – ίσως και τις προηγούμενες ενσαρκώσεις της – και χάρη σ’ αυτή την ανάμνηση, ο θνητός άνθρωπος γίνεται “μύστης” και “επόπτης”!
Αλλά και η χρυσή πλάκα του Ιππωνίου αποκαλύπτει την Ελευσίνια εμπειρία περί προΰπαρξης και αθανασίας της ψυχής:
“Είμαι παιδί της Γης και του Έναστρου Ουρανού. Στέγνωσα απ’ τη δίψα και πεθαίνω. Γι’ αυτό δώστε μου γρήγορα κρύο νερό, απ’ αυτό που κυλάει απ’ της Μνημοσύνης τη λίμνη. Οι βασιλιάδες που είναι κάτω από τη γη θα σε σπλαχνιστούν και θα σου δώσουν να πιεις από τη λίμνη της Μνημοσύνης. Και δρόμο παίρνεις πολυσύχναστο, δρόμο ιερό, που κι άλλοι μύστες και βακχευτές ξακουστοί πορεύονται”.
Στο παραπάνω κείμενο η ψυχή ζητά να πιει νερό απ’ της Μνημοσύνης (Μνήμης) τη βρύση, για να θυμηθεί τη θεϊκή προΰπαρξή της. Όταν γίνει αυτό, τότε βαδίζει πια στον ιερό δρόμο των Μυστών και απαλλάσσεται απ’ τον κύκλο των ενσαρκώσεων, όπως τόνισε και ο Πλάτων στα κλασσικά έργα του “Φαίδων”, “Μένων” κλπ.
Αυτή η πεποίθηση περί μετενσάρκωσης γινόταν βεβαιότητα στα Μυστήρια της Ελευσίνας, τα οποία έκλειναν με τη μυστηριώδη φράση, “Κόνξ-ομ-πάξ”.
Την τελευταία ημέρα γίνονται οι σπονδές στους νεκρούς και άρχιζε η επιστροφή των Μυστών στην Αθήνα. Την τελευταία ημέρα η καλούμενη ως “πλυμοχόων” ή “καταλισκών”, σημείωνε την λήξη των εορτών. Οι μύστες επέστρεφαν στην Αθήνα. Δύο πήλινα αγγεία γεμισμένα με νερό τοποθετούνταν προς την ανατολή, και την δύση του ναού και ανατρέπονταν. Η ημέρα αυτή ήταν αφιερωμένη στην λατρεία των δαιμόνων και των νεκρών.
ΤΑ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Τελούνταν στην Αττική και είχαν χαρακτήρα τόσο κοσμικό , όσο και μυστηριακό. Τα μικρά Διονύσια τελούνταν τον μήνα Ποσειδεώνα (τέλη Δεκεμβρίου, αρχές Ιανουαρίου), διακρίνονταν δε στα “κατά αγρούς”, και στα “κατά άστυ”.
Τα μεγάλα Διονύσια τελούνταν κατά τον μήνα Ανθεστηρίωνα (τέλος Φεβρουαρίου, αρχές Μαρτίου), και τον Ελαφηβίωνα (28 Μαρτιού μέχρι 2 Απριλίου). Κατά τον Ανθεστηρίωνα εορτάζανε τα Ανθεστήρια, που διαρκούσαν τρεις ημέρες. Την πρώτη ημέρα άνοιγαν οι ασκοί και δοκιμάζονταν το κρασί δωρεάν. Οι επιβαίνοντες σε άμαξα ξεστόμιζαν τολμηρά αστεία(από τότε έχει μείνει η φράση “άκουσε τα εξ αμάξης”. Την δεύτερη ημέρα λάμβαναν χώρα τα Χόεια, κατά την οποία κάθε δόκιμος πέρναγε τον καθαρμό του πυρός του ύδατος και του αέρος. Κατά την τρίτη ημέρα γιορτάζονταν οι Χύτροι, τα πήλινα δοχεία εντός των οποίων ψήνονταν κάθε είδους σπόροι τους οποίους πρόσφεραν στον Διόνυσο και τον Ερμή.
Κατά την διάρκεια των Διονυσιακών τελετών ψέλνανε οι ύμνοι ή οι διθύραμβοι, οι οποίοι μετεξελίχθηκαν σε αναπαραστάσεις, οι αναπαραστάσεις σε θεατρικά έργα και τραγωδίες ή κωμωδίες. Έτσι στην Αθήνα υπό την Αιγίδα του Βάκχου, γεννήθηκε το Θέατρο και η ποίηση.
KΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Για τα Καβείρια μυστήρια υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες. Τα Καβείρια μυστήρια τελούνταν στην Σαμοθράκη, την Λήμνο την Ίμβρο και την Θράκη. Σύμφωνα με τον μύθο ο Δίας δίδαξε τις τελετές των Καβειρίων στον Ιάσονα. Κατά τον Ηρόδοτο όμως οι Πελασγοί οι πρώτοι κάτοικοι της Σαμοθράκης ήταν οι ιδρυτές των μυστηρίων, ενώ κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη ο Ορφέας ήταν ο πρώτος που δίδαξε τις τελετές και τα μυστήρια. Το σίγουρο είναι ότι όταν οι πρώτοι Αχαιοί το 2200 π.χ κατέγραψαν στον κατάλογο των θεοτήτων τα ονόματα του Δία, της Εκάτης, του Απόλλωνα και των Καβείρων.
Οι Έλληνες Κάβειροι ήταν τέσσερις ο Αξίερος, η Αξιοκέρσα, Ο Αξιόκερσος και ο Κάσμιλος, ( στους Φοίνικες ήταν επτά που μάλλον αντιστοιχούσαν στους επτά πλανήτες) , και κατά τον ρήτορα Αριστείδη ήταν πρεσβύτεροι δαίμoνες και θεωρούνταν όπως οι Τιτάνες ως τέκνα του Ουρανού. Στην λατρεία των Καβείριων μυστηρίων πρωτεύοντα ρόλο έπαιζε το Πυρ, από όπου φαίνεται ότι πήραν και το όνομα τους από την ρίζα της λέξης κάειν-καίω ΚάFειροι. Η λατρεία των Καβείρων σχετίζονταν με τον Ήφαιστο τον Θεό της φωτιάς, αλλά και των τεχνών από τον οποίο ο Προμηθέας έκλεψε το πυρ για να το παραδώσει στους ανθρώπους. Ό Διόδωρος ο Σικελιώτης μας αναφέρει ότι οι επιφανέστεροι των αρχαίων ηρώων είχαν μυηθεί στα Καβείρια όπως ο Ιάσονας, οι Διόσκουροι, ο Ηρακλής , ο Ορφέας.
Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο κάθε χρόνο και σε ορισμένο χρόνο στην Λήμνο (που κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Αιθαλιά) κατά την διάρκεια των εορτών των τελετών, έσβηναν όλα τα Φώτα στο νησί επί εννέα ημέρες, μέχρι να έρθει με πλοίο από την Δήλο το νέο πυρ. Γι αυτό τον λόγο και η λαμπάδα ήταν το σύμβολο των Καβείρων. Συνήθως η γιορτή γινόταν από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο και δεν είχαν τον αυστηρό χαρακτήρα του απόρρητου όπως συνέβαινε στα Ελευσίνια, αλλά υπήρχε υποχρεωτική εξομολόγηση από ειδικό ιερέα που ονομαζόταν Κόης.
Κατά την μύηση ο μυούμενος καθόταν σε θρόνο, για αυτό και η μύηση λεγόταν και θρονισμός. Στο κεφάλι του μυημένου τοποθετούσαν στεφάνι ελιάς, ενώ στην κοιλία του περνούσαν πορφυρή ταινία και κατόπιν ακολουθούσε χορός γύρω από τον μυούμενο. Εκτός του ιερέα εξομολογητή υπήρχε και το δικαστήριο των Ανακτοτελεστών ή κατηχητών ιερέων, οι οποίοι έκριναν εάν ο υποψήφιος άξιζε να μυηθεί ή όχι.